Από μικροί
γοητευόμαστε από το αδύνατο. Μας συνεπαίρνουν οι υπερήρωες, τα μαγικά, οι
υπερβάσεις. Μεγαλώνοντας όμως εκπαιδευόμαστε στο «τι ισχύει» και περιοριζόμαστε
στην εκάστοτε πραγματικότητα. Το αποκαλούμε ρεαλισμό. Κάπως έτσι, το τέλος των
μαθητικών μας χρόνων μας βρίσκει στη μέγγενη των πανελλαδικών εξετάσεων, να στριμωχνόμαστε
για μια από τις περιορισμένες θέσεις της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που θα μας εντάξει
στο στίβο της επαγγελματικής αποκατάστασης. Αυτό επιτάσσουν ο ρεαλισμός και η
σημερινή πραγματικότητα. Αποδεχόμενοι αυτή την κομποστοποίηση, μη γνωρίζοντας
άλλη διέξοδο, τρέχουμε να καταξιωθούμε κερδίζοντας μια θέση όσο το δυνατόν
ψηλότερα στην κατάταξη που διαμορφώνουν οι βάσεις εισαγωγής. Κάποιοι καταλήγουν
να φοιτούν σε μια σχολή της οποίας το αντικείμενο αγνοούν, άλλοι ελπίζουν ότι
θα αποκατασταθούν επαγγελματικά, ανεξαρτήτως με το εάν το πτυχίο είναι του
ενδιαφέροντος τους ή έχει αντίκρισμα στην αγορά εργασίας, ενώ υπάρχουν και
αυτοί που επιλέγουν πανεπιστήμιο βάση εντοπιότητας και όχι γνωστικού πεδίου.
Αυτοί ανήκουν στους «επιτυχόντες», ωστόσο υπάρχει και 1 στους 3 που δεν ανήκει εκεί
και δεσμεύεται να ξαναδώσει υπό το φόβο του εργασιακού αποκλεισμού.
Τα παιδιά που
γοητεύονταν από το αδύνατο, τα βρίσκουμε τώρα να μπαίνουν εξουθενωμένα στις
σχολές και να παραδίδονται σε μια χαλαρή φοιτητική ζωή, παγιδευμένα στη μέρα
της μαρμότας, αυτοσκοπός ήταν η εισαγωγή και όχι οι σπουδές. Λιμνάζοντες
φοιτητές θεωρούν κεκτημένο δικαίωμα να πάρουν πτυχίο αφού ήταν στους «επιτυχόντες»
ενώ η πλειοψηφία των φοιτητών επικαλείται τα απαρχαιωμένα συγγράμματα, τα
επαναλαμβανόμενα θέματα των εξετάσεων ή τις κλειστές σχολές για να απέχει από
την ακαδημαϊκή διαδικασία. Η ουσία των σπουδών όμως δεν έχει να κάνει με τίποτα
από όλα αυτά. Στέκεται αδιάφορη στην αποστήθιση και αναπαραγωγή γνώσεων, στις
έτοιμες εργασίες, στα σκονάκια, στις καταλήψεις. Η ανώτατη εκπαίδευση είναι
δημιουργία και προσωπική έκφραση· στέκεται ένα επίπεδο επάνω από την στείρα
εκμάθηση. Το πανεπιστήμιο παρέχει ένα ελεύθερο πεδίο πληροφόρησης και
τεχνογνωσίας, δίνει την ευκαιρία να βάλεις το αδύνατο και αυτό δεν περιορίζεται
από τίποτα πέρα από τη βούληση του καθενός ξεχωριστά. Αυτοσκοπός της φοίτησης
είναι ο εμπλουτισμός των δεξιοτήτων στο γνωστικό αντικείμενο που θέλεις να
εξασκείς για την υπόλοιπη ζωή σου. Αυτό είναι που θα αξιολογηθεί και αργότερα
για την επαγγελματική σου αποκατάσταση. Το πτυχίο δεν είναι παρά μια
πιστοποίηση επιδόσεων σε συγκεκριμένες δοκιμασίες. Το επιστέγασμα όμως των
πανεπιστημιακών σπουδών είναι η οπτική και το έργο που θα έχεις να παρουσιάσεις
μετά το πέρας τους.
Είναι καλά δηλαδή τα ελληνικά πανεπιστήμια; Ναι, είναι μια χαρά! Η νοοτροπία μας είναι
αυτή που χωλαίνει· το κριτήριο που τα επιλέγουμε, η στάση της φοίτηση που
καλλιεργούμε και οι προσδοκίες μας. Απόδειξη, οι δημοσιεύσεις στα καλύτερα
διεθνή επιστημονικά περιοδικά και οι διακρίσεις σε διαγωνισμούς που καταφέρνουν
φοιτητές των δικών μας απαξιωμένων πανεπιστημίων συναγωνιζόμενοι τα πιο
καταξιωμένα ιδρύματα του κόσμου. Όσοι μπορούν ψάχνουν καταφύγιο σε μια
διαφορετική πραγματικότητα, σε πανεπιστήμια του εξωτερικού, και δε μπορώ παρά
να κατανοήσω όσους επιλέγουν να ακολουθήσουν καθηγητές ή εργαστήρια τα οποία
είναι μοναδικά στο αντικείμενο τους· πρόκειται για ένα κυνήγι προσωπικής
ολοκλήρωσης. Αυτό που με ξενίζει, είναι η μερίδα των φοιτητών που φεύγει γιατί
προτιμά να της επιβληθεί μια διαφορετική νοοτροπία που θα μπορούσε ανέξοδα να
υιοθετήσει οικειοθελώς και στο ελληνικό πανεπιστήμιο. Ίσως να είναι στη φύση
μας και να μη μπορούμε να αλλάξουμε κάτι εκτός και αν μας επιβληθεί. Το
πανεπιστήμιο είναι η μικρογραφία της κοινωνίας, όπως μας αρέσει να λέμε. Έτσι λοιπόν
το πανεπιστήμιο, όπως και η κοινωνία, αποτελεί μια μέση έκφραση αυτών που την
απαρτίζουν. Ας εξαντλήσουμε αυτά που έχει να δώσει και ας διεκδικήσουμε
παραπάνω εξωθώντας το να γίνει καλύτερο. Ας γίνουμε πιο απαιτητικοί.
Η Ελλάδα του
σήμερα ζυγίζει το μέλλον μέσα από δημοσιονομικούς δείκτες αγνοώντας τον
αντίκτυπο των αριθμών αυτών. Βασίζει την ανάπτυξη σε ποσοτικά μεγέθη, παραγνωρίζοντας
ότι εκεί κρύβεται και μια ποιοτική παράμετρος που πρέπει να συνηγορεί για την
πραγμάτωση του επιθυμητού αποτελέσματος. Δε δίνει το βάρος που αναλογεί στην
παιδεία, τη μόνη που μπορεί να μετουσιώσει την ανάπτυξη σε προστιθέμενη αξία. Αν
δεν χτίσουμε το κατάλληλο δυναμικό που θα εκμεταλλευτεί τους ποσοτικούς όρους
της ανάπτυξης, αν δεν επενδύσουμε στη βασική έρευνα, δεν προωθήσουμε την
καινοτομία και την επιχειρηματικότητα, θα μείνουμε να κοιτάμε απορημένοι όταν
τα νούμερα θα διαψευστούν. Πασχίζουμε να εξασφαλίσουμε τα καύσιμα αλλά δεν
προνοούμε για αυτοκίνητο. Έτσι θα τραβήξουν το κάρο οι λίγοι που από επιλογή
βρίσκουν χώρο έκφρασης εντός των τειχών.
Μόνο εκ του
αποτελέσματος μπορούμε να κρίνουμε τα πεπραγμένα, κοιτώντας από το μέλλον προς
τα πίσω, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το μέλλον θα διαμορφωθεί από αυτά που
θα κάνουμε ή θα παραλείψουμε εμείς σήμερα.